Το εργοστάσιο της Audi στις Βρυξέλλες συναρμολογεί ένα ηλεκτρικό SUV 80.000 ευρώ, το οποίο αποδεικνύεται πολύ ακριβό για τους Ευρωπαίους. Μετά το 2025, η παραγωγή πιθανότατα θα μεταφερθεί στο Μεξικό. Οι εργαζόμενοι και τα συνδικάτα δεν είναι ευχαριστημένοι.
Η περίπτωση αυτού του εργοστασίου αυτοκινήτων στο Βέλγιο που διαθέτει τεχνολογίες αιχμής και χαμηλών εκπομπών ρύπων και δραστηριοποιείται από το 1949 στην παραγωγή μοντέλων Volkswagen, φαίνεται τώρα να είναι ακριβής δείκτης μιας τάσης που βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη:
Τα ευρωπαϊκά εργοστάσια που παράγουν ηλεκτρικά αυτοκίνητα είναι πολύ ακριβά σε σύγκριση με τη ζήτηση της αγοράς της ΕΕ.
Ένα εργοστάσιο σε παροπλισμό
Για το λόγο αυτό, η Audi θα σταματήσει την παραγωγή και αυτό το εργοστάσιο, που βρίσκεται στον δήμο Forest, θα πουληθεί.
Όπως εξηγεί στο Euronews ο διευθυντής επικοινωνίας του εργοστασίου Peter D’hoore, υπάρχουν δύο επιλογές: είτε να μετατρέψει το εργοστάσιο για την παραγωγή άλλων μοντέλων και εξαρτημάτων του ομίλου Volkswagen ή να το πουλήσει σε άλλες μάρκες αυτοκινήτων. Και τα δύο είναι περίπλοκα, επειδή οι προτάσεις που ελήφθησαν δεν πληρούν τα αναμενόμενα πρότυπα ή κριτήρια που θέτει η Volkswagen για τους πιθανούς αγοραστές.
“Μόνο ένας δυνητικός επενδυτής συμφώνησε να επεξεργαστεί εκ νέου την προσφορά του και τώρα θα έχει λίγο χρόνο να το κάνει. Είναι σημαντικό για εμάς όσο το δυνατόν περισσότεροι άνθρωποι να παραμείνουν απασχολημένοι σε αυτόν τον ιστότοπο”, λέει ο D’hoore, χωρίς να διευκρινίζει πού θα γίνει η παραγωγή να μετεγκατασταθεί.**
Η Audi στις Βρυξέλλες απασχολεί 3.000 άτομα, συν άλλες χιλιάδες σε συναφείς βιομηχανίες, και τα συνδικάτα βρίσκονται σε πολεμική βάση: ζητούν από την εταιρεία να μην πουλήσει στον πλειοδότη, αλλά σε αυτούς που θα εγγυηθούν τον μεγαλύτερο αριθμό θέσεων εργασίας.
Μετά από αυτό που παράλυτος στην πόλη των Βρυξελλών στις 16 Σεπτεμβρίου, τα συνδικάτα απείλησαν με περισσότερες απεργίες και διαδηλώσεις.
Επικρίνουν τις στρατηγικές της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας, η οποία κατά τη μετάβαση στην ηλεκτρική αυτοκινητοβιομηχανία έχει επικεντρωθεί σε μεγάλα και ακριβά μοντέλα, που δεν είναι προσβάσιμα στους απλούς ανθρώπους: η τιμή καταλόγου του Ηλεκτρικό SUV Q8 e-tronτο κορυφαίο μοντέλο της Audi που κατασκευάστηκε στο Forest, κοστίζει περίπου 80.000 ευρώ.
«Οι κατασκευαστές αυτοκινήτων ήθελαν να αποκομίσουν μεγάλα κέρδη με ηλεκτρικά οχήματα αμέσως και δεν δέχτηκαν ότι η μεταβατική φάση θα απέφερε λιγότερα μερίσματα και κέρδη», δήλωσε στο Euronews η Hillal Sor, συνδικαλιστής στο Metallos FGTB.
“Έτσι ποντάρουν τα πάντα σε μεγάλα, πολύ πολυτελή, πολύ ακριβά μοντέλα που δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά οι ευρωπαίοι πολίτες. Και έτσι τώρα στην Ευρώπη έχουμε υπερπαραγωγή, και γι’ αυτό ομάδες όπως η Volkswagen θέλουν να κλείσουν εργοστάσια στο Βέλγιο και τη Γερμανία.”
Τα στοιχεία των πωλήσεων φαίνεται να τον αποδεικνύουν ότι έχει δίκιο: τους πρώτους οκτώ μήνες του 2024, αγοράστηκαν 902 χιλιάδες ηλεκτρικά αυτοκίνητα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που αντιπροσωπεύουν μόνο το 12,6% του συνόλου. Τα βενζινοκίνητα αυτοκίνητα, από την άλλη πλευρά, παραμένουν best-seller.
Κρίση και (πιθανές) λύσεις
Αλλά η προοπτική των βελγικών συνδικάτων δεν είναι να επιβραδύνουν την οικολογική μετάβαση και να επιστρέψουν στην παραγωγή μόνο αυτοκινήτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης. Αντίθετα, ζητούν περισσότερα δημόσια κονδύλια για τον τομέα, όπως προέκυψε από ένα τραπέζι στο οποίο διάφορα συνδικάτα συζήτησαν με τέσσερις ευρωβουλευτές από την ομάδα των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και Δημοκρατών.
Η πρώτη σύνοδος ολομέλειας τον Οκτώβριο στο Ευρωεπιμελητήριο στο Στρασβούργο θα συζητήσει την κρίση στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας και τις πιθανές λύσεις της, συμπεριλαμβανομένωνδασμούς στα κινεζικά ηλεκτρικά αυτοκίνηταπου είναι πολύ φθηνότερα από τα ευρωπαϊκά, και επενδυτικά σχέδια που είναι κάπως δύσκολο να υλοποιηθούν.
“Χρειαζόμαστε πραγματικά ένα πολύ πιο φιλόδοξο σχέδιο επαναβιομηχάνισης. Όχι μόνο μέσω δασμών και προστατευτικών μέτρων”, δήλωσε στο Euronews η Βέλγος ευρωβουλευτής Estelle Ceulemans, μία από τις τέσσερις που επισκέφθηκαν το εργοστάσιο της Audi.
«Για να ενθαρρύνουμε πραγματικά τις ευρωπαϊκές και ξένες εταιρείες να επενδύσουν και να δημιουργήσουν ποιοτικές θέσεις εργασίας, θα χρειαστεί να παρέμβουμε στη φορολογική πτυχή, αλλά και στην εκπαίδευση των εργαζομένων και στην έρευνα και ανάπτυξη νέων τεχνολογιών».