Η κυβέρνηση Μπάιντεν απαγορεύει το κινεζικό λογισμικό που είναι εγκατεστημένο σε αυτοκίνητα. Εκτός από την επιβεβαίωση της κλιμάκωσης του προστατευτισμού (που ασκείται πλέον από όλους), αυτή η κίνηση είναι επίσης αποτέλεσμα της τελευταίας εκμετάλλευσης της Μοσάντ, της ισραηλινής υπηρεσίας πληροφοριών. Έστω και με την ευρεία έννοια. Η σφαγή που έγινε στον Λίβανο με ταυτόχρονες εκρήξεις μπιπερ έχει επιπτώσεις πολύ πέρα από τη σύγκρουση στη Μέση Ανατολή. Στην αρχή οι αντιδράσεις ήταν κυρίως δύο κατηγοριών. Από τη μια πλευρά, φίλοι και εχθροί προειδοποίησαν ότι το Ισραήλ ανοίγει μια νέα φάση της επίθεσης του εναντίον της Χεζμπολάχ, με μια θανατηφόρα ώθηση που σηματοδοτούσε νέες επεκτάσεις στο μέτωπο, όπως δυστυχώς συμβαίνει. Από την άλλη πλευρά, υπήρχε ένα είδος έκπληκτου θαυμασμού για την αποτελεσματικότητα της Μοσάντ, η οποία φαίνεται να σκοπεύει να ανοικοδομήσει την εγχώρια και παγκόσμια αξιοπιστία της, μετά την τραγική ήττα της 7ης Οκτωβρίου 2023, όταν δεν είδε τη σφαγή της Χαμάς να έρχεται.
Καθώς περνούσαν οι μέρες, η «εξόντωση των εχθρών μέσω τεχνολογικών gadgets» πυροδότησε περαιτέρω αναλύσεις, μεταξύ άλλων στην αμυντική κοινότητα των ΗΠΑ. Από αυστηρά τεχνολογική άποψη, η διείσδυση και ο εξ αποστάσεως χειρισμός καθημερινών συσκευών δεν είναι κάτι καινούργιο. Οι ειδικοί έχουν εκθάψει πολλά προηγούμενα από τα αρχεία, τόσο ισραηλινά όσο και άλλα. Κάτι παρόμοιο είχαν κάνει και οι ίδιοι οι Αμερικανοί, που ανακάλυψε όλος ο κόσμος την εποχή των αποκαλύψεων του Έντουαρντ Σνόουντεν: οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες είχαν παραβιάσει τα κινητά τηλέφωνα φιλικών ηγετών, συμπεριλαμβανομένης της τότε καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ, για να υποκλέψει τις επικοινωνίες τους. Ένα άλλο διάσημο προηγούμενο ήταν η ισραηλινοαμερικανική επιχείρηση που μπήκε στους υπολογιστές ενός ιρανικού πυρηνικού σταθμού και τον κατέστρεψε. Και όμως ήταν περιπτώσεις «παθητικής» χρήσης gadget, για κατασκοπεία ή δολιοφθορά, όχι για δολοφονία των χρηστών. Το (αζήτητο) λιβανέζικο κατόρθωμα της Μοσάντ, αν και δεν ήταν πραγματικά νέο, ξεπέρασε πολλές κόκκινες γραμμές: όσον αφορά τη θεαματικότητα και τον αριθμό των νεκρών.
Επομένως, αναρωτιέται κανείς μήπως δεν έχει νομιμοποιήσει μια νέα μορφή πολέμου. Ο κυβερνοπόλεμος του μέλλοντος, στον οποίο θα διαγραφούν όλα τα σύνορα μεταξύ στρατιωτικών και αμάχων, οι διεθνείς συμβάσεις θα γίνονται όλο και πιο άσχετες (όχι ότι έχουν γίνει ποτέ πολύ σεβαστά). Η κοινοτοπία των επίμαχων αντικειμένων – των τηλεειδοποιητών προ-smartphone – γίνεται επιβαρυντικός παράγοντας. Γιατί να μην φανταστείτε ότι κάποιος μελετά να χρησιμοποιεί τους ημιαγωγούς που κάνουν τους υπολογιστές και τα κινητά μας τηλέφωνα να λειτουργούν καθώς και τις οικιακές μας συσκευές, σχεδόν κάθε αντικείμενο που κινείται από μνήμες και ηλεκτρονικά κυκλώματα, για πολεμικούς σκοπούς; Και τα αυτοκίνητά μας, ακριβώς, που είναι πλέον ψηφιακές μονάδες ελέγχου. Εξ ου και η κίνηση του αμερικανικού στελέχους σχετικά με αυτοκίνητα κατασκευασμένα στην Κίνα ή κινεζικό λογισμικό για οδήγηση αυτοκινήτων.
Ανοίγει ένα απεριόριστο πεδίο: στη δράση των εχθρών μας, άρα στην ανάγκη για αυτοάμυνα ή πρόληψη εκ μέρους μας. Μια επιχείρηση όπως αυτή της Μοσάντ σίγουρα δεν είναι εφικτή σε όλους. Ο στρατός του Τελ Αβίβ έχει επενδύσει εδώ και καιρό στην επιστημονική έρευνα που στοχεύει στον τεχνολογικό πόλεμο: έχει γεμίσει ακόμη και τη Silicon Valley της Καλιφόρνια με νεοφυείς επιχειρήσεις, όπου υπάρχει μια γνωστή «αλυσίδα» καινοτόμων που συνδέονται άμεσα με ορισμένους τομείς των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων. Στην περιοχή του Στάνφορντ και του Πάλο Άλτο, του Κουπερτίνο και του Mountain View, δηλαδή στα ίδια μέρη που φημίζονται για τα κεντρικά γραφεία της Google Apple Facebook, υπάρχουν δεκάδες εταιρείες κυβερνοασφάλειας που ιδρύθηκαν από μέλη της Μονάδας 8200, τμήματος του ισραηλινού στρατού. Είναι το μοντέλο που δημιουργήθηκε από το Πεντάγωνο με την Darpa, τον κλάδο του για επιχειρηματικά κεφάλαια: το Ισραήλ το οδήγησε στον nο βαθμό, όντας ένα κράτος σε μόνιμο πόλεμο από τη γέννησή του, και πεπεισμένο ότι μόνο η τεχνολογική υπεροχή μπορεί να αντισταθμίσει τη δημογραφική κατωτερότητα από τους εχθρούς που έχουν ορκιστεί την καταστροφή του.
Το αμερικανικό κατεστημένο που καθορίζει τις στρατηγικές ασφαλείας πάντα αντιμετώπιζε τα ισραηλινά κατορθώματα με σεβασμό. Τώρα όμως προσθέτει μια δόση άγχους. Είμαστε σε έναν κόσμο όπου όλοι μαθαίνουν από όλους. Οι Κινέζοι μας έχουν εκπλήξει στο παρελθόν με την ταχύτητα μάθησής τους, έχουν λεηλατήσει κάθε βιομηχανική και τεχνολογική τεχνογνωσία της Δύσης. Μάλλον έχουν ήδη υβριδικές επιθέσεις στις επιλογές τους για έναν μελλοντικό πόλεμο που θα περνούσε από ανύποπτα gadgets σε καθημερινή χρήση. Όλα αυτά ήταν στον αέρα εδώ και αρκετό καιρό: κατανοούμε την εκστρατεία που ξεκίνησε από την Αμερική (από την προεδρία Τραμπ) για να αποτρέψει τις συμμαχικές χώρες να αγοράσουν τηλεπικοινωνιακή υποδομή κατασκευασμένη στην Κίνα, ιδιαίτερα το 5G της Huawei. Ο Σι Τζινπίνγκ υποπτεύεται ότι οι Αμερικανοί θα μπορούσαν να κάνουν το ίδιο στο σπίτι: έχει απαγορεύσει τη χρήση του Teslas – με τις εξελιγμένες βιντεοκάμερες τους – από δημόσιους αξιωματούχους και κοντά σε κυβερνητικά ιδρύματα.
Η Ευρώπη αγωνίζεται να ανοίξει τα μάτια της σε νέες απειλές, επίσης επειδή δεν έχει τη συνήθεια να ενσωματώνει τη διάσταση της εθνικής ασφάλειας στην τεχνολογική, βιομηχανική και εμπορική σφαίρα. Το πραξικόπημα της Μοσάντ πρέπει να σοκάρει τους πάντες. Ήδη με την πανδημία, μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, τέλος τις επιθέσεις των Χούτι στα πλοία μας στην Ερυθρά Θάλασσα, έχουμε δει ότι η ευπάθειά μας είναι η «αλυσίδα εφοδιασμού», οι αλυσίδες εφοδιασμού, παραγωγής και διανομής. Είναι αδύνατο να επιστρέψουμε σε μια αρχαϊκή εποχή που τα πάντα παράγονταν κοντά στο σπίτι. Υπάρχει όμως επιτακτική ανάγκη να επενδύσουμε στην ψηφιακή ασφάλεια, η οποία αφορά και τα πιο οικεία αντικείμενα της καθημερινότητας.
23 Σεπτεμβρίου 2024 (επεξεργασία 23 Σεπτεμβρίου 2024 | 9:47 μ.μ.)
© ΜΕ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ ΟΛΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ